lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συντομεύω στα γαλλικά

Λέξη:
συντομεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (8):
borner, comprimer, délimiter, gêner, limiter, restreindre, rétrécir, rogner
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά συντομεύω, συντομεύω στα γαλλικά, borner στα ελληνικά
συντομεύω στα γαλλικά