lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αμφιβάλλω στα γερμανικά

Λέξη:
αμφιβάλλω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (3):
anzweifeln, bezweifeln, zweifeln
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά αμφιβάλλω, αμφιβάλλω συνωνυμο, αμφιβάλλω συνωνυμα, αμφιβάλλω προστακτική, αμφιβάλλω λεξικο, αμφιβάλλω κλιση, αμφιβάλλω στα γερμανικά, anzweifeln στα ελληνικά
αμφιβάλλω στα γερμανικά