lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αξιόπιστος στα γερμανικά

Λέξη:
αξιόπιστος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (16):
ausgemacht, bestimmt, fest, gefeit, gewiss, glaubhaft, glaubwürdig, haltbar, hart, kräftig, massiv, sicher, solide, standhaft, verlässlich, zuverlässig
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά αξιόπιστος, αξιόπιστος υπολογιστής, αξιόπιστος συνώνυμο, αξιόπιστος συνώνυμα, αξιόπιστος συναγερμός, αξιόπιστος μετάφραση, αξιόπιστος στα γερμανικά, ausgemacht στα ελληνικά
αξιόπιστος στα γερμανικά