lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αξιόπιστος στα σουηδικά

Λέξη:
αξιόπιστος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (11):
avgjord, bestämd, förvissad, rejäl, rimlig, riskfri, säker, trygg, vederhäftig, viss, visst
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά αξιόπιστος, αξιόπιστος υπολογιστής, αξιόπιστος συνώνυμο, αξιόπιστος συνώνυμα, αξιόπιστος συναγερμός, αξιόπιστος μετάφραση, αξιόπιστος στα σουηδικά, avgjord στα ελληνικά
αξιόπιστος στα σουηδικά