lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ποικιλία στα γερμανικά

Λέξη:
ποικιλία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (12):
abart, abwandlung, abwechslung, abänderung, mannigfaltigkeit, ungleichartigkeit, veränderung, vielseitigkeit, wandel, wechsel, zucht, änderung
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ποικιλία, ποικιλία συνώνυμο, ποικιλία πατάτας, ποικιλία ντομάτας belladonna, ποικιλία κρεατικών, ποικιλία κρασιών, ποικιλία στα γερμανικά, abart στα ελληνικά
ποικιλία στα γερμανικά