lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στυφός στα γερμανικά

Λέξη:
στυφός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (17):
akut, beißend, ernst, grell, hart, heiß, herb, kreischend, rau, reißend, sauer, scharf, schneidend, schrill, spitz, stechend, streng
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά στυφός, στυφός στα γερμανικά, akut στα ελληνικά
στυφός στα γερμανικά