lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στυφός στα σουηδικά

Λέξη:
στυφός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (26):
akut, amper, barsk, besk, bister, bitande, bitter, frän, hård, kärv, piffig, pikant, ram, rigorös, skarp, skärva, spetsig, spliss, stark, stel, sträv, sur, syra, syrlig, tvär, vass
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά στυφός, στυφός στα σουηδικά, akut στα ελληνικά
στυφός στα σουηδικά