lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τάση στα γερμανικά

Λέξη:
τάση (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (17):
abhang, anlage, anziehungskraft, bestrebungen, führung, hang, leidenschaft, management, neigung, richtung, steigung, stimmung, tendenz, trend, trieb, veranlagung, verwaltung
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά τάση, τάση συνώνυμα, τάση πηνίου, τάση νήματος, τάση κατωφλίου, τάση επαφής, τάση στα γερμανικά, abhang στα ελληνικά
τάση στα γερμανικά