lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έκβαση στα δανική

Λέξη:
έκβαση (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (11):
effekt, eftervirkning, fait, følge, konsekvens, resultat, slutsats, udfald, udgang, virkning, ydelse
Σχετικές λέξεις:
δανική έκβαση, εκβαση συνώνυμο, εκβαση συνώνυμα, έκβαση στα αγγλικά, έκβαση ορισμός, έκβαση λεξικό, έκβαση στα δανική, effekt στα ελληνικά
έκβαση στα δανική