lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αμάξωμα στα δανική

Λέξη:
αμάξωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
karossen, karosseri
Σχετικές λέξεις:
δανική αμάξωμα, κινητό αμάξωμα, αυτοφερόμενο αμάξωμα, αμάξωμα σασί, αμάξωμα αυτοκινήτου, αμάξωμα στα δανική, karossen στα ελληνικά
αμάξωμα στα δανική