lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανακρίνω στα δανική

Λέξη:
ανακρίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (16):
bede, efterspørgsel, fordre, forespørgsel, forhøre, forske, forskning, granske, kontrollere, krav, sparre, spørge, spørgsmål, studere, undersøge, undersøgelse
Σχετικές λέξεις:
δανική ανακρίνω, διακρίνω συνώνυμα, ανακρίνω αγγλικά, ανακρίνω στα δανική, bede στα ελληνικά
ανακρίνω στα δανική