lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανακρίνω στα ρωσικά

Λέξη:
ανακρίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (16):
вопросить, вопрошать, допрашивать, запросить, изучать, исследовать, обследовать, обсуждать, опрашивать, осматривать, поспрашивать, просить, прослушивать, расследовать, спрашивать, спросить
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ανακρίνω, διακρίνω συνώνυμα, ανακρίνω αγγλικά, ανακρίνω στα ρωσικά, вопросить στα ελληνικά
ανακρίνω στα ρωσικά