lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αναψυχή στα δανική

Λέξη:
αναψυχή (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (12):
afslapning, forlystelse, fornøjelse, hvil, hvile, moro, pause, rast, rekreation, ro, tidsfordriv, underholdning
Σχετικές λέξεις:
δανική αναψυχή, δασική αναψυχή, αναψυχή συνωνυμο, αναψυχή συνωνυμα, αναψυχή στο δάσος, αναψυχή στα αγγλικά, αναψυχή στα δανική, afslapning στα ελληνικά
αναψυχή στα δανική