lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αναψυχή στα ιταλικά

Λέξη:
αναψυχή (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (12):
diletto, diporto, distrazione, divertimento, intrattenimento, passatempo, quiete, ricreazione, riposo, sosta, spasso, svago
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά αναψυχή, δασική αναψυχή, αναψυχή συνωνυμο, αναψυχή συνωνυμα, αναψυχή στο δάσος, αναψυχή στα αγγλικά, αναψυχή στα ιταλικά, diletto στα ελληνικά
αναψυχή στα ιταλικά