lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αντίρρηση στα δανική

Λέξη:
αντίρρηση (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (4):
modstand, protest, bebrejdelse, todel
Σχετικές λέξεις:
δανική αντίρρηση, αντίρρηση συνώνυμο, αντίρρηση συνείδησης, αντίρρηση σημασία, αντίρρηση ετυμολογία, αντίρρηση english, αντίρρηση στα δανική, modstand στα ελληνικά
αντίρρηση στα δανική