lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βαφέας στα δανική

Λέξη:
βαφέας (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (4):
kunstmaler, kunstner, maler, malermester
Σχετικές λέξεις:
δανική βαφέας, ιωάννης βαφέας, βαφέασ νίκοσ, βαφέας σκηνοθέτης, βαφέας παναγιώτης, βαφέας εθνικό, βαφέας στα δανική, kunstmaler στα ελληνικά
βαφέας στα δανική