lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διακοπές στα δανική

Λέξη:
διακοπές (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (8):
ferie, helg, lov, semester, skoleferie, tilladelse, ferier, ledighed
Σχετικές λέξεις:
δανική διακοπές, διακοπές συστήματος, διακοπές στην ελλάδα, διακοπές στην αίγινα, διακοπές ρεύματος, διακοπές πασχα 2014, διακοπές στα δανική, ferie στα ελληνικά
διακοπές στα δανική