lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δραστήριος στα δανική

Λέξη:
δραστήριος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (19):
aktiv, alert, blank, driftig, glad, hurtig, kry, kvik, levende, livlig, lystig, munter, rask, rørig, rørlig, valken, vig, virksom, vital
Σχετικές λέξεις:
δανική δραστήριος, δραστήριος συνώνυμα, δραστήριος στα αγγλικά, δραστήριος μετάφραση, δραστήριος αντώνυμο, δραστήριος αντίθετο, δραστήριος στα δανική, aktiv στα ελληνικά
δραστήριος στα δανική