lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δραστήριος στα ουγγρική

Λέξη:
δραστήριος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (7):
aktív, tevékeny, forgalmas, virgonc, élénk, élő, friss
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική δραστήριος, δραστήριος συνώνυμα, δραστήριος στα αγγλικά, δραστήριος μετάφραση, δραστήριος αντώνυμο, δραστήριος αντίθετο, δραστήριος στα ουγγρική, aktív στα ελληνικά
δραστήριος στα ουγγρική