lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εξερευνώ στα δανική

Λέξη:
εξερευνώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (11):
forhøre, forske, forskning, granske, kontrollere, overhale, ransage, studere, udforske, undersøge, undersøgelse
Σχετικές λέξεις:
δανική εξερευνώ, εξερευνώ τον κόσμο, εξερευνώ το ανθρώπινο σώμα free download, εξερευνώ το ανθρώπινο σώμα download, εξερευνώ το ανθρώπινο σώμα, εξερευνώ την πόλη μου, εξερευνώ στα δανική, forhøre στα ελληνικά
εξερευνώ στα δανική