ιλυώδης στα αγγλικά ιλυώδης στα τσεχική ιλυώδης στα γερμανικά ιλυώδης στα ισπανικά ιλυώδης στα γαλλικά ιλυώδης στα νορβηγικά ιλυώδης στα ρωσικά ιλυώδης στα σουηδικά ιλυώδης στα λευκορωσίας ιλυώδης στα φινλανδικά ιλυώδης στα πορτογαλικά ιλυώδης στα ουκρανικά ιλυώδης στα πολωνική
αναγκαιότητα στα λιθουανική παραθέτω στα αγγλικά βατόμουρο στα ρωσικά οξυγόνο στα πολωνική ανθρωπιστικός στα νορβηγικά
οξυγόνο ολύμπου 81 παραθέτω κλιση αναγκαιότητα νοσηλευτικήσ διοίκησησ βατόμουρο αδυνάτισμα ανθρωπιστικός συνώνυμο