lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καλεσμένος στα δανική

Λέξη:
καλεσμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (5):
besøgende, fremmed, gæst, gast, kar
Σχετικές λέξεις:
δανική καλεσμένος, καλεσμένοσ έβγαλε το φόρεμα παρουσιάστριασ on air, καλεσμένος-έβγαλε-το-φόρεμα-παρουσιά, καλεσμένος σε γάμο τι να φορεσω, καλεσμένος σε γάμο, καλεσμένος προς καμπουράκη – οικονομέα «είστε βλάκες », καλεσμένος στα δανική, besøgende στα ελληνικά
καλεσμένος στα δανική