lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συγκατάθεση στα δανική

Λέξη:
συγκατάθεση (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (17):
aftale, akkord, analogi, anslag, beting, bifald, enighed, godkendelse, harmoni, ja, kontrakt, medgivende, overenskomst, overensstemmelse, samklang, samtykke, tilslutning
Σχετικές λέξεις:
δανική συγκατάθεση, συγκατάθεση συνώνυμο, συγκατάθεση συνώνυμα, συγκατάθεση μεταφραση, συγκατάθεση μετάφραση στα αγγλικά, συγκατάθεση κατόπιν ενημέρωσησ, συγκατάθεση στα δανική, aftale στα ελληνικά
συγκατάθεση στα δανική