lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συνάδελφος στα δανική

Λέξη:
συνάδελφος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (4):
kammerat, kollega, ven, veninde
Σχετικές λέξεις:
δανική συνάδελφος, συνάδελφος ορισμός, συνάδελφος ονειροκρίτης, συνάδελφος μετάφραση, συνάδελφος κλίση, συνάδελφος ετυμολογία, συνάδελφος στα δανική, kammerat στα ελληνικά
συνάδελφος στα δανική