lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σχεδιάζω στα δανική

Λέξη:
σχεδιάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (8):
planlægge, ase, byde, esse, foreslå, plan, tilbyde, ville
Σχετικές λέξεις:
δανική σχεδιάζω, σχεδιάζω το σπίτι μου, σχεδιάζω την κουζίνα μου, σχεδιάζω σύνταξη ευέλικτα, σχεδιάζω συνώνυμα, σχεδιάζω ρούχα, σχεδιάζω στα δανική, planlægge στα ελληνικά
σχεδιάζω στα δανική