lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τροποποιώ στα δανική

Λέξη:
τροποποιώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (12):
bedre, bytte, entre, forandre, forbedre, korrigere, omkastning, reparere, rette, skifte, veksle, ændre
Σχετικές λέξεις:
δανική τροποποιώ, τροποποιώ συνώνυμα, τροποποιώ στα αγγλικα, τροποποιώ english, τροποποιώ στα δανική, bedre στα ελληνικά
τροποποιώ στα δανική