lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: εικασία

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
assumption, conjecture, conjecturing, guess, guess-work, guesswork, inkling, presumption, presupposition, supposition, surmise
εικασία
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
dohad, domněnka, domnění, domýšlivost, hypotéza, hádání, podezření, presumpce, předpoklad, tušení
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
annahme, hypothese, mutmaßung, vermutung, voraussetzung, zulassen
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
antal, formodning, hypotese, konjektur, tro
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
conjetura, hipótesis, presunción, presupuesto, suposición
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
conjecture, hypothèse, présomption, présupposition, soupçon, supposition
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
congettura, ipotesi, presunzione, sospetto, supposizione
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
anta, formoda, formodning, forutsetning, gjetning, hypotese, konjektur, mena, tro
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
догадка, домысел, предположение, соображение
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
anta, antagande, förmoda, förmodan, konjektur, mena, tro
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
догадка
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
дагадка, дапушчэнне, здагадка, меркаванне
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
hüpotees
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
arvailu, arvelu, luulo
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
feltételezés, vélelem
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
hipótese, suposição
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
dohad
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
висновок, гадка, гадку, дозволений, дозволити, дозволяти, допущення, здавати, здогад, здогадка, міркування, нехай, презумпція, припущення, присвоєння, роздум, роздумування, спекуляція, умовивід, хай
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
domysł, przypuszczenie

Σχετικές λέξεις

εικασία του πουανκαρέ, εικασία του poincare, εικασία του γκόλντμπαχ αποδειξη, εικασία του πουανκαρέ wiki, εικασία των birch και swinnerton-dyer, εικασία του riemann, εικασία του φερμά, εικασία beal, εικασία ορισμος