lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: επίρρημα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
adverb
επίρρημα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
příslovce
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
adverb, umstandsatz, umstandswort
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
adverbium, biord
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
adverbio
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
adverbe
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
avverbio
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
adverb
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
наречие
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
adverb
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
наречие
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
мова, прыслоўе
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
adverb, määrsõna
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
adverbi
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
prilog
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
adverbio, advérbio, dialecto
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
príslovka
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
діалект, прислівник
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
przysłówek

Σχετικές λέξεις

επίρρημα πολύ, επίρρημα τι ειναι, επίρρημα ορισμός, επίρρημα αρχαία, επίρρημα πιο, επίρρημα όπου, επίρρημα τροπικό, επίρρημα βικιπαίδεια, επίρρημα επίθετο, επίρρημα του ωραιος