lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: θρόνος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
throne
θρόνος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
trůn
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
thorn, thron
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
tron, trone
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
sede, trono
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
trope, trône
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
trono
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tron, trone
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
престол, трон
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tron
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fron
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
трон
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
трон
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
troon
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
valtaistuin
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
prijestolje
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
sostas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
trono
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
trón
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
трон
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
tron

Σχετικές λέξεις

θρόνος του δία, θρόνος του ξέρξη, θρόνος του αίματος, θρόνος του μίνωα, θρόνος συνωνυμα, δεσποτικός θρόνος, βυζαντινός θρόνος, βεατρίκη θρόνος