lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανακατεύω στα ισπανικά

Λέξη:
ανακατεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (19):
abismar, alear, alterar, amasar, chafar, confundir, danzar, enmarañar, entreverar, entrometerse, enturbiar, envolver, intrincar, jugar, mecer, mezcla, mezclar, revolver, turbar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά ανακατεύω, προστακτική ανακατεύω, ανακατεύω συνώνυμα, ανακατεύω στα αγγλικα, ανακατεύω in english, ανακατεύω στα ισπανικά, abismar στα ελληνικά
ανακατεύω στα ισπανικά