lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πέφτω στα ισπανικά

Λέξη:
πέφτω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (21):
apacentar, apacentarse, caer, caerse, decaer, declinar, decrecer, derrumbar, derrumbarse, descender, desmoronarse, desplomarse, granizar, hundirse, llover, menguar, nevar, pacer, pastar, sucumbir, torcer
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά πέφτω, πέφτω ψηλά στίχοι, πέφτω ψηλά, πέφτω συνώνυμα, πέφτω στο κενό, πέφτω ονειροκρίτης, πέφτω στα ισπανικά, apacentar στα ελληνικά
πέφτω στα ισπανικά