lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πονώ στα ισπανικά

Λέξη:
πονώ (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (19):
chaveta, clavija, congoja, daľo, descalabrar, dolor, estropear, herir, infligir, lacerar, lastimar, lesionar, lisiar, mancar, mutilar, ofender, pena, puntada, sufrimiento
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά πονώ, πονώ που δεν σε ξέρω, πονώ μα δάκρυ δε θα δεις, πονώ δεν με λυπάσαι, πονώ δε με λυπάσαι στίχοι, πονώ conjugation, πονώ στα ισπανικά, chaveta στα ελληνικά
πονώ στα ισπανικά