lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άλσος στα ιταλικά

Λέξη:
άλσος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (6):
boschetto, bosco, legna, legname, legno, selva
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά άλσος, άλσος συγγρού, άλσος σκοπευτηρίου καισαριανής, άλσος περιστερίου, άλσος παπάγου, άλσος παγκρατίου, άλσος στα ιταλικά, boschetto στα ελληνικά
άλσος στα ιταλικά