lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σίγουρος στα ιταλικά

Λέξη:
σίγουρος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (23):
affidabile, alcuno, attendibile, autentico, autorevole, baldanzoso, certamente, certo, compatto, consistente, costante, credibile, fermo, fidato, incrollabile, infallibile, irremovibile, ovvio, positivo, qualche, salvo, sicuro, uno
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά σίγουρος, σπύρος σίγουρος, σίγουρος συνώνυμα, σίγουρος στα αγγλικά, σίγουρος γαλλικά, σίγουρος αντώνυμα, σίγουρος στα ιταλικά, affidabile στα ελληνικά
σίγουρος στα ιταλικά