lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χαμηλώνω στα ιταλικά

Λέξη:
χαμηλώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (13):
abbandono, abbassare, calare, calo, declinare, diminuire, diminuzione, omissione, ribassare, ribasso, scemare, sfollamento, svista
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά χαμηλώνω, χαμηλώνω στα αγγλικα, χαλαρώνω συνωνυμα, χαμηλώνω στα ιταλικά, abbandono στα ελληνικά
χαμηλώνω στα ιταλικά