lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ψηφίζω στα ιταλικά

Λέξη:
ψηφίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (7):
votare, elezione, scrutinio, votazione, voto, decretare, deliberare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά ψηφίζω, ψηφίζω ως ετεροδημότης, ψηφίζω χρυσή αυγή, ψηφίζω στο εξωτερικό, ψηφίζω σαν ετεροδημότης, ψηφίζω πρώτη φορά, ψηφίζω στα ιταλικά, votare στα ελληνικά
ψηφίζω στα ιταλικά