lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γονιμοποιώ στα λευκορωσίας

Λέξη:
γονιμοποιώ (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (2):
угнойваць, удабраць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας γονιμοποιώ, γονιμοποιώ στα λευκορωσίας, угнойваць στα ελληνικά
γονιμοποιώ στα λευκορωσίας