lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μόλυνση στα λευκορωσίας

Λέξη:
μόλυνση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (3):
інфекцыя, заражэнне, зараза
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας μόλυνση, μόλυνση υδάτων, μόλυνση του περιβάλλοντος, μόλυνση του αέρα, μόλυνση στο πρόσωπο, μόλυνση ορισμός, μόλυνση στα λευκορωσίας, інфекцыя στα ελληνικά
μόλυνση στα λευκορωσίας