lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φρικτός στα λευκορωσίας

Λέξη:
φρικτός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (4):
жахлівы, жудасны, страшны, страшэнны
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας φρικτός, φρικτός συνώνυμα, φρικτός ιδείν, φρικτός θάνατος ιερόδουλες εν ώρα εργασίας, φρικτός θάνατος 22χρονης στη μύκονο, φρικτός στα λευκορωσίας, жахлівы στα ελληνικά
φρικτός στα λευκορωσίας