lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ναυτικός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
marine, maritime, nautical, naval, seaside, thalassic
ναυτικός
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
lodní, mořský, námořnický, námořní, námořník, pobřežní, pobřeží, přímořský
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
maritim
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
kyst, maritim, nautisk, pelagisk
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
costa, litoral, marino, marítimo, naval, playa
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
caret, falaise, flibuste, flibustier, huard, littoral, marin, maritime, naval, raz
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
litorale, marino, marittimo, navale
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kyst, maritim, nautisk, pelagisk
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
военно-морской, морской, приморский
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
maritim, nautisk, pelagisk
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
марскі
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
mornar, morski, pomorski
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
tenger, tengeri, tengermelléki, tengerparti, tengerész, tengerészeti
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
costa, marino, marítimo, naval, náutico
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мореплавний, морський, морською, морської, морській, навігаційний, приморський
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
morski, nadmorski

Σχετικές λέξεις

ναυτικός όμιλος θεσσαλονίκης, ναυτικός όμιλος ελλάδος, ναυτικός όμιλος βουλιαγμένης, ναυτικός όμιλος παλαιού φαλήρου, ναυτικός όμιλος θεσσαλονίκης καφε, ναυτικός κόμπος, ναυτικός όμιλος καστοριάς, ναυτικός όμιλος χανίων, ναυτικός όμιλος καβάλας, ναυτικός πράκτορας