lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γνώρισμα στα νορβηγικά

Λέξη:
γνώρισμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (10):
attributt, beskaffenhet, drag, egenskap, karakteristisk, karaktertrekk, kjennemerke, merke, preg, trekk
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά γνώρισμα, χαρακτηριστικό γνώρισμα, διακριτικό γνώρισμα, γνώρισμα συνώνυμο, γνώρισμα συνώνυμα, γνώρισμα αγγλικά, γνώρισμα στα νορβηγικά, attributt στα ελληνικά
γνώρισμα στα νορβηγικά