lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γόμα στα νορβηγικά

Λέξη:
γόμα (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (3):
elastisk, gummi, viskelær
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά γόμα, γόμα υαλοβάμβακος, γόμα τοίχου, γόμα στα αγγλικά, γόμα που σβήνει το χτύπημα στα εισιτήρια του μετρό, γόμα ξανθάνης, γόμα στα νορβηγικά, elastisk στα ελληνικά
γόμα στα νορβηγικά