lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γόμα στα ουγγρική

Λέξη:
γόμα (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (2):
gumi, gumizsinór
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική γόμα, γόμα υαλοβάμβακος, γόμα τοίχου, γόμα στα αγγλικά, γόμα που σβήνει το χτύπημα στα εισιτήρια του μετρό, γόμα ξανθάνης, γόμα στα ουγγρική, gumi στα ελληνικά
γόμα στα ουγγρική