lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διαπεραστικός στα νορβηγικά

Λέξη:
διαπεραστικός (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (25):
akutt, alvorlig, amper, barsk, besk, bister, bitende, gjennomtrengende, hard, heftig, hvass, intens, kvass, piffig, pikant, ram, rigorøs, skarp, skarpsynt, skurva, spiss, stel, streng, tvær, vass
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά διαπεραστικός, διαπεραστικός στα νορβηγικά, akutt στα ελληνικά
διαπεραστικός στα νορβηγικά