lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιδότηση στα νορβηγικά

Λέξη:
επιδότηση (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (9):
dotasjon, gave, subsidie, bidrag, statsbidrag, tilskudd, godtgjørelse, stønad, trygd
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά επιδότηση, επιδότηση πετρελαίου θέρμανσης 2014, επιδότηση πετρελαίου 2014, επιδότηση πετρελαίου, επιδότηση οαεδ για νέους επαγγελματίες 2014, επιδότηση οαεδ, επιδότηση στα νορβηγικά, dotasjon στα ελληνικά
επιδότηση στα νορβηγικά