lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σωστός στα νορβηγικά

Λέξη:
σωστός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (29):
behørig, berettigelse, egen, egentlig, egnet, eiendomsrett, forrett, grunn, jus, just, kjørekort, korrekt, lag, laglig, lov, passende, ranson, rasjon, rett, rettferdig, rettferdighet, rettighet, riktig, rimelig, rimelighet, rytt, statutter, tilbørlig, årsak
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά σωστός, σωστός ύπνος, σωστός τρόπος θηλασμού, σωστός τρόπος βουρτσίσματος δοντιών, σωστός συνώνυμα, σωστός συνδυασμός τροφών, σωστός στα νορβηγικά, behørig στα ελληνικά
σωστός στα νορβηγικά