lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σωστός στα πορτογαλικά

Λέξη:
σωστός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (30):
acertado, afinado, ajustado, apenas, apropriado, bus, causa, certo, conveniente, correcto, decoroso, desfecho, dieta, direito, equitativo, etapa, exactamente, exacto, fidedigno, jurisprudência, jus, justificado, justo, leal, lei, motivo, oportuno, preciso, razão, recto
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά σωστός, σωστός ύπνος, σωστός τρόπος θηλασμού, σωστός τρόπος βουρτσίσματος δοντιών, σωστός συνώνυμα, σωστός συνδυασμός τροφών, σωστός στα πορτογαλικά, acertado στα ελληνικά
σωστός στα πορτογαλικά