lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τουφέκι στα νορβηγικά

Λέξη:
τουφέκι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (8):
børse, bøssa, fusjon, gevær, rifle, sammensmelting, karabin, haglebørse
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά τουφέκι, τυφέκιο fn, τουφέκι του 1821, τουφέκι μάνλιχερ, τουφέκι ελεύθερους σκοπευτές, τουφέκι βικιπαίδεια, τουφέκι στα νορβηγικά, børse στα ελληνικά
τουφέκι στα νορβηγικά