lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έπαλξη στα ουγγρική

Λέξη:
έπαλξη (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (2):
gát, töltés
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική έπαλξη, έπαλξη συνώνυμα, έπαλξη ορισμός, έπαλξη λεξικο, έπαλξη ανασυγκρότησης κέντρου, έπαλξη στα ουγγρική, gát στα ελληνικά
έπαλξη στα ουγγρική