lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αλλά στα ουγγρική

Λέξη:
αλλά (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
hanem, hiszen, azonban, mégis, mindamellett, de
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική αλλά, αλλά φευ, αλλά τα βράδια τι όμορφα που μυρίζει η γη, αλλά τα βράδια λειβαδίτης, αλλά τα βράδια, αλλά σύνδεσμος, αλλά στα ουγγρική, hanem στα ελληνικά
αλλά στα ουγγρική